Στις σημαντικότερες δραστηριότητες της Εταιρείας και των μελών της συγκαταλέγονται οι Εκδόσεις. Αυτές παρουσιάζονται στη συνέχεια σε δύο ομάδες: Α- Εκδόσεις της Εταιρείας, Β- Εκδόσεις των Μελών της.

Α – ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΑΙΣΘΗΤΙΚΗΣ

Οι κύριες κατευθύνσεις είναι τρεις:
• Το περιοδικό Χρονικά Αισθητικής
• Μελέτες Αισθητικής
• Μουσικά έργα και Ντοκιμαντέρ (CD και DVD)

ΧΡΟΝΙΚΑ ΑΙΣΘΗΤΙΚΗΣ

Τα Χρονικά Αισθητικής είναι το επίσημο όργανο της Ελληνικής Εταιρείας Αισθητικής. Σκοπός του είναι να συμβάλλει, παράλληλα με τις άλλες δραστηριότητες της Εταιρείας, στην καλλιέργεια της αισθητικής και την πρόοδο των αισθητικών μελετών στην Ελλάδα, καλύπτοντας έτσι ένα σημαντικό κενό στον τομέα αυτό.

Με την επιμέλεια και την επιστημονική εποπτεία του Παναγιώτη Μιχελή, τα Χρονικά Αισθητικής αποτέλεσαν μια ακαδημαϊκή έκδοση με διεθνή προβολή και υψηλό επιστημονικό επίπεδο. Το πρώτο τεύχος εκδόθηκε το 1962 και έγινε δεκτό διεθνώς με ευνοϊκά σχόλια.

Μετά τον θάνατο του Μιχελή το 1969, η σύζυγός του, η ζωγράφος Έφη Μιχελή, ανέλαβε την έκδοση του περιοδικού Χρονικά Αισθητικής σε συνεργασία με Εκδοτική Επιτροπή. Μετά τον θάνατο της Έφης Μιχελή το 1984, την έκδοση των Χρονικών Αισθητικής ανέλαβε το Ίδρυμα Μιχελή σε συνεργασία με την Ελληνική Εταιρεία Αισθητικής υπό την εποπτεία νέας Εκδοτικής Επιτροπής.

Μόνιμος στόχος του περιοδικού παραμένει η ελεύθερη διακίνηση και ανταλλαγή ιδεών και η ενημέρωση σχετικά με τις διεθνείς τάσεις στον τομέα της αισθητικής, με κύριο πάντοτε μέλημα τη διατήρηση μιας υψηλής επιστημονικής στάθμης. Τα Χρονικά Αισθητικής κυκλοφορούν σε όλο τον κόσμο, από την Ευρώπη και την Αμερική ώς την Ιαπωνία, αποσπώντας ευνοϊκές κριτικές και επιτυγχάνοντας τις συνεργασίες αξιόλογων φιλοσόφων, καλλιτεχνών, αρχιτεκτόνων και ιστορικών της τέχνης, Ελλήνων και ξένων, οι οποίοι δημοσιεύουν άρθρα για την αισθητική και τη φιλοσοφία γενικότερα, ελληνικά, αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά και ιταλικά. Τα Χρονικά Αισθητικής έχουν ήδη συμπληρώσει 56 χρόνια παρουσίας. Στο διάστημα αυτό έχουν εκδοθεί 47 τόμοι. Ο 46ος που κυκλοφόρησε το 2012, είναι διπλός (46Α’ – 46Β’), επετειακός για τα 50 χρόνια της Ελληνικής Εταιρείας Αισθητικής, αλλά και των Χρονικών Αισθητικής.

Για συνδρομή στα Χρονικά Αισθητικής παρακαλούμε δείτε τον ιστότοπο του Ιδρύματος Παναγιώτη και Έφης Μιχελή.

ΜΕΛΕΤΕΣ ΑΙΣΘΗΤΙΚΗΣ

• In Memoriam (1972): Η Εταιρεία τίμησε τον Παναγιώτη Μιχελή με μία από τις πρώτες εκδόσεις της, μια συλλογή άρθρων προερχομένων από ένα ευρύ πεδίο επιστημών, στα ελληνικά, αγγλικά, γαλλικά και ιταλικά.
• Αφιέρωμα στον Τ. Κ. Παπατσώνη (1988): Η έκδοση περιλαμβάνει τα κείμενα των ομιλιών και τα πεζά και ποιήματα του Τ. Κ. Παπατσώνη που ακούστηκαν στην εκδήλωση που οργάνωσε η Εταιρεία στη μνήμη του ποιητή και ακαδημαϊκού τον Φεβρουάριο του 1988.
• Φιλοσοφικά και Αισθητικά Μελετήματα του Γεωργίου Μουρέλου με εισαγωγή της καθηγήτριας Τερέζας Πεντζοπούλου-Βαλαλά (1992).
Το Παιδί και η Αισθητική Αγωγή, Πρακτικά Συνεδρίου (1998).
Το παραδοσιακό σπίτι στο Αιγαίο, των Κ. Παπαιωάννου, Κ.Δημητσάντου –Κρεμέζη, Μ. Φινέ.

CD ΚΑΙ DVD

Στο πλαίσιο της εκδοτικής της δραστηριότητας η Εταιρεία ανέλαβε την παραγωγή, με χορηγία του Ιδρύματος Μιχελή, του ντοκιμαντέρ του Νέστορα Μάτσα με τίτλο Οι Έλληνες ναΐφ ζωγράφοι που διατίθεται σε DVD και VHS, καθώς και ενός CD με τα έργα για πιάνο του αλησμόνητου Έλληνα συνθέτη Γιώργου Σισιλιάνου, που για περισσότερα από τριάντα χρόνια διετέλεσε μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Εταιρείας.

Β – ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΩΝ ΜΕΛΩΝ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ

 

 

 

 

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΒΙΒΛΙΟΥ Γ.ΡΑΠΤΗ- Θ. ΣΥΜΕΩΝΙΔΗΣ: Ο ΒΑΛΤΕΡ ΜΠΕΝΓΙΑΜΙΝ ΚΑΙ ΤΑ ΝΕΑ ΜΕΣΑΑΙΣΘΗΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΠΡΟΕΚΤΑΣΕΙΣ (Αθήνα, Εκδ. Νεφέλη, 2019)

Η ιδιαίτερη σημασία και η επικαιρότητα της σκέψης και των θέσεων του Μπένγιαμιν για τα νέα μέσα έγκειται στο γεγονός ότι εστίασε στην ίδια την φύση τους, στην κοινωνικη, πολιτική, αισθητική και πολιτιστική λειτουργία τους στα πρώτα στάδια της εμφάνισης τους. Αξίζει να σημειωθεί οτι την εποχή που έγραφε τα δοκιμιά του δεν είχε αναπτυχθεί μια γενική θεώρηση των νέων μέσων, πάνω στην οποία θα μπορούσε να είχε βασιστεί, γεγονός που δίνει μεγαλύτερη αξία στο έργο του.

Στις πρώτες τρείς ενότητες του βιβλίου, η Γιούλη Ράπτη επιχειρεί μια αποτίμηση των θέσεων του Μπένγιαμιν για την τεχνολογία και την τέχνη, εστιάζοντας καταρχήν στις ριζικές αλλαγές που επέφερε η ανάπτυξη της τεχνικής και των μεθόδων αναπαραγωγής των έργων τέχνης στο επίπεδο τόσο της οντολογικής συγκρότησης όσο και της πρόσληψής τους. Εξετάζεται η επικαιρότητα των σκέψεων του Μπένγιαμιν γύρω απο την ανάδυση ενός νέου τεχνολογικού γίγνεσθαι, την εμπειρία του σοκ και την απώλεια της αύρας του έργου τέχνης, υπό το φώς της θεωρίας που ανέπτυξε ο ίδιος για την ιστορία και την εμπειρία, προκειμένου να διερευνηθούν πιθανές συνδέσεις με τις σημερινές θεωρήσεις των μέσων, της τέχνης και της σύγχρονης κουλτούρας. Στη δεύτερη ενότητα, η Γιούλη Ράπτη  μελετά τις προεκτάσεις των θέσεων του σε καινούργιες μορφές μέσων, εστιάζοντας στην ψηφιακή πλέον αναπαραγωγή των έργων και στη χρήση τεχνολογικών μέσων στην σύγχρονη τέχνη.Το βασικό ερώτημα που προκύπτει αφορά την πολιτική διάσταση των έργων τέχνης και τον βαθμό διατήρησης της σε εξελιγμένες μορφές παραγωγής. Στην τρίτη ενότητα, το κλασικό δοκίμιο του Μπένγιαμιν για την αναπαραγωγή του έργου τέχνης αναλύεται μέσα απο το πρίσμα του κινηματογράφου.

Στην τέταρτη κατά σειρά ενότητα και μετά τον επαναπροσδιορισμό κάποιων βασικών του θεσεων για τα νέα μέσα, η Γιούλη Ραπτη με την Ελένη Τάτλα εξετάζουν την «συνάντηση» του Μπένγιαμιν με τον Ντελέζ. Αναδεικνύεται κυρίως μια σειρά συναφειών ανάμεσα σε έννοιες που έχουν κεντρικό ρόλο στην σκέψη των δύο φιλοσόφων, όσον αφορά τα νέα μέσα  και συγκεκριμένα τον κινηματογράφο, όπως η διαλεκτική εικόνα στην περίπτωση του Μπένγιαμιν και οι έννοιες  εικόνα- κίνηση- εικόνα- χρόνος  στην περίπτωση του Ντελέζ.

Στις τρείς τελευταίες ενότητες, αυτού του βιβλιου, ο Θωμάς Συμεωνίδης αναφέρεται στην σχέση  του Μπένγιαμιν με τους Αντόρνο και Ντερριντά. Ειδικότερα στην πρώτη από τις τρείς, αναλύεται ο τρόπος με τον οποίο  ο Αντόρνο αποδέχεται τελικά τον κινηματογράφο ως αισθητικό μέσο, κάτι που συνιστά την  απομάκρυση του απο την πολιτική προσέγγιση του  Μπένγιαμιν. Σε αυτό το πλαίσιο, η έμφαση δίνεται σε ένα σχετικά, άγνωστο κείμενο του Αντόρνο, το «Διαφάνειες σε φίλμ» (1966), όπου για πρώτη φορά αποπειράται να διατυπώσει μία αισθητική του κινηματογράφου. Στη δεύτερη ενότητα, επισημαίνονται οι συνάφειες ανάμεσα στην αισθητική του Αντόρνο για τον κινηματογράφο και στην γλωσσική θεωρία του Μπένγιαμιν. Στην τρίτη ενότητα του Συμεωνίδη και τελευταία του τόμου, επιχειρείται  η κατάδειξη μιας συγγένειας στη σκέψη του Ντερριντά και του Μπένγιαμιν στο πεδιο της αισθητικής και συγκεκριμένα στην έννοια του «φάσματος» – φαντάσματος.

Φιλοδοξία αυτού του βιβλίου είναι αφενός μεν να επαναπροσδιορίσει κάποιες απο τίς βασικές θέσεις του Μπένγιαμιν και αφετέρου να τις προεκτείνει, παρατηρώντας  τη «συνάντησή» τους με τις πιο σύγχρονες σκέψεις και τάσεις.

JACQUES RANCIÈRE : ΤΟ ΠΕΠΡΩΜΕΝΟ ΤΩΝ ΕΙΚΟΝΩΝ

Κυκλοφόρησε το βιβλίο του Jacques Rancière , ΤΟ ΠΕΠΡΩΜΕΝΟ ΤΩΝ ΕΙΚΟΝΩΝ, σε μετάφραση και επίμετρο του μέλους της ΕΕΑ Θωμά Συμεωνίδη (2020): Αθήνα, Εκδ. Στερέωμα.

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ

Moraitis, K. & Rassia, S. Th. (edit.) (2019): Urban Εthics under Conditions of Crisis: Politics, Architecture, Landscape Sustainability and Multidisciplinary Engineering. New Jersey: World Scientific edit.

Η έκδοση που παρουσιάζουμε αποτελεί μια διεπιστημονική συλλογή κειμένων, προορισμένων να προσεγγίσουν τον σχεδιασμό, αρχιτεκτονικό, κτιριακό, αστικό και τοπιακό, ως διαδικασία παραγωγής και εκφραστικής απόδοσης ‘ήθους’. ‘Ήθους χωρικού’ που παράγεται και αποδίδεται εκφραστικά, μέσω σχέσεων χώρου. Οι επιμέρους παρουσιάσεις των συγγραφέων περιγράφουν θεωρητικές και συνθετικές προσεγγίσεις αυτής ακριβώς της κατεύθυνσης, με έμφαση στραμμένες προς την ταυτότητα των τόπων αναφοράς γενικότερα. Είναι επομένως τοπο-ειδικές, site-specific, αλλά είναι επιπλέον, συχνότατα τοπιακά προσανατολισμένες, ιδιαίτερα τοπιο-ειδικές, landscape-specific.

Αυτός ο τοπο-ειδικός και τοπιο-ειδικός προσανατολισμός, αυτό το τοπο-ειδικό και τοπιο-ειδικό αστικό ήθος, αποτελεί βέβαια ενδιαφέρον πεδίο για πολλές διαφορετικές κατευθύνσεις, θεωρητικής έρευνας ή πρακτικής εφαρμογής. Εξηγείται έτσι η προσπάθεια συμπαρουσίασης, στην έκδοση που προλογίζουμε, πολλών διαφορετικών, ως προς τα επιστημονικά και επαγγελματικά ενδιαφέροντά τους, συν-συγγραφέων. Οι σχέσεις συγκρότησης του αστικού χώρου και του αστικού ήθους προσεγγίζονται άλλοτε με κατευθύνσεις θεωρίας και άλλοτε με επιχειρήματα ιστορικά, επιμένουν άλλοτε σε όρους προβολής της κοινωνικής ισχύος και άλλοτε σε θέματα χωρικής σύνθεσης και σχεδιασμού, όπως και σε χαρακτηριστικά περιβαλλοντικά. Προσφέρεται έτσι, ένα καλειδοσκόπιο από απόψεις θεωρητικές και από προτάσεις πρακτικής εφαρμογής, από προσεγγίσεις παλαιότερες ή νεότερες, με την ελπίδα να θιγούν κεντρικά θέματα αρχιτεκτονικού διαλόγου και ερμηνείας του αστικού φαινόμενου, που το ενδιαφέρον τους είναι άλλοτε τοπικά επικεντρωμένο, ενώ άλλοτε διαθέτει έκταση υπερτοπική. Πρόκειται εντέλει για μια έκθεση απόψεων, συχνότατα με πρόθεση καινοτομική, συγκεντρωμένων με τρόπο που ελπίζει να κατευθυνθεί, αν όχι προς ένα αφήγημα ενιαίο, τουλάχιστον προς μια συμπληρωματική παρουσία κριτικών ταλαντώσεων.

ΕΚΔΟΣΗ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ «Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΝΑΥΑΓΟΥ» ΤΗΣ ΔΡ. ΑΛΙΚΗΣ ΜΑΡΑΒΕΛΙΑ.

ΕΚΔΟΣΗ ΤΟΥ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΥ HELLENIC INSTITUTE OF EGYPTIOLOGY, ΑΡΧΙΣΥΝΤΑΚΤΗΣ Η ΔΡ. ΑΛΙΚΗ ΜΑΡΑΒΕΛΙΑ

ΜΕΛΙΤΑ ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ: ΓΙΑΝΝΟΥΛΗΣ ΧΑΛΕΠΑΣ , ΜΙΑ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΗ ΟΠΤΙΚΗΟ Γιαννούλης Χαλεπάς (1851-1938) είναι για τη νεοελληνική τέχνη μία μεγάλη τραγική μορφή και η ιστορία του παραλληλίσθηκε πολλές φορές με αυτή του σύγχρονού του Ολλανδού Vincent van Gogh, που σε ηλικία 37 ετών αφαίρεσε ο ίδιος τη ζωή του.

Η ιστορία όμως του Χαλεπά είχε διάρκεια και εκτυλίχθηκε σαν κινηματογραφική ταινία: εκτός από το τεράστιο ταλέντο, υπήρξε η πρώιμη αναγνώριση, η ψυχική ασθένεια και ο εγκλεισμός στο ψυχιατρείο, αλλά συνεχίστηκε με την επανάκαμψη του ηλικιωμένου  πλέον γλύπτη, τη δημιουργία του συγκλονιστικού έργου των τελευταίων χρόνων, καθώς και με τη δεύτερη αναγνώριση.

 

Στο βιβλίο σχολιάζονται ορισμένα έργα του Γιαννούλη Χαλεπά που παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον από την άποψη της τυπολογίας τους και, κατά γενική ομολογία, προκαλούν ιδιαίτερη συγκίνηση. Γίνεται επί πλέον μία προσπάθεια, μέσα από την εικονογραφική ή τυπολογική τους ανάλυση, να ερευνηθεί η πορεία της σκέψης του δημιουργού τους και ο τρόπος με τον οποίο αυτός οδηγήθηκε άλλοτε σε μία τελική και άλλες φορές σε μία συνεχώς εξελισσόμενη σύνθεση.